Πολιτικό πλαίσιο της Οργανωτικής Επιτροπής Δημοψηφίσματος

Η δημιουργία ενός Μητροπολιτικού Πάρκου Υψηλού Πρασίνου στο χώρο της ΔΕΘ, με ταυτόχρονη διατήρηση ορισμένων περιπτέρων με θεσμικά αποδεδειγμένη ιστορική αξία και μνήμη, ώστε να ανακαινιστούν και να φιλοξενούν ήπιες εκθεσιακές και πολιτιστικές δραστηριότητες, και μεταφορά των μεγάλων εκθεσιακών δραστηριοτήτων σε νέες εγκαταστάσεις στα δυτικά της πόλης, αποτέλεσε για δεκαετίες την εκπεφρασμένη επιθυμία της τοπικής κοινωνίας. Με αυτόν τον τρόπο, η πόλη θα κατάφερνε μια σημαντική αύξηση των ελεύθερων χώρων πρασίνου, τα σημαντικά κτίρια και η μνήμη της ΔΕΘ θα διασώζονταν, ενώ η δυτική πλευρά του πολεοδομικού συγκροτήματος, αλλά και η ίδια η ΔΕΘ, θα αποκτούσαν μια πιο ισόρροπη και βιώσιμη αναπτυξιακή προοπτική. 

Από το 2014 και μετά ωστόσο, η προοπτική της μετεγκατάστασης αντικαταστάθηκε σταδιακά από το σχέδιο της επί τόπου ανάπλασης, με τη μέθοδο της ΣΔΙΤ και με την προσθήκη νέων εμπορικών χρήσεων, όπως το ξενοδοχείο και το εμπορικό κέντρο. Παρότι η αρχική αιτιολογία αυτής της μεταστραφής ήταν το υψηλό κόστος της μετεγκατάστασης, το κόστος της επί τόπου ανάπλασης φτάνει σήμερα τα 300 εκατομμύρια ευρώ, από τα οποία η άμεση ή έμμεση συνεισφορά του δημοσίου θα ξεπεράσει τα 200. Είναι σαφές ότι το μόνο κίνητρο της επί τόπου ανάπλασης είναι οι επιπλέον εμπορικές χρήσεις, δηλαδή η έμμεση ιδιωτικοποίηση, και μάλιστα με δωρεάν παραχώρηση κι επιπλέον κρατικό χρήμα, του ακριβότερου οικοπέδου που διαθέτει σήμερα το ελληνικό δημόσιο στη Θεσσαλονίκη.

Η απότομη αυτή στροφή, η οποία ακύρωσε ώριμους σχεδιασμούς καθυστερώντας τη δημιουργία του Πάρκου και της νέας ΔΕΘ για πολλά χρόνια, έγινε χωρίς καμία ουσιαστική διαβούλευση με την κοινωνία της πόλης. Σήμερα, η διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης, η κυβέρνηση και η ΔΕΘ επιμένουν από κοινού ότι η όποια συζήτηση έχει κλείσει και το έργο πρέπει να προχωρήσει με τη λύση της επιτόπου ανάπλασης. Η πόλη φαίνεται να μπαίνει σε έναν γκρίζο μονόδρομο, τον οποίο δεν έχει η ίδια αποφασίσει. 

Αυτή την κομβική στιγμή, η μόνη δημοκρατική λύση είναι η προσφυγή στους ίδιους τους δημότες και τις δημότισσες του ευρύτερου πολεοδομικού συγκροτήματος, μέσα από ένα τοπικό δημοψήφισμα. Το ισχύον νομικό πλαίσιο και συγκεκριμένα ο Νόμος 4555/2018 έθεσε ένα σαφές και ολοκληρωμένο πλαίσιο για τη διεξαγωγή τοπικών δημοψηφισμάτων, για κρίσιμα τοπικά ζητήματα, σε επίπεδο Δήμου ή Περιφέρειας. Το μέλλον της ΔΕΘ είναι κατεξοχήν ένα τέτοιο ζήτημα, αφού από την επιλογή της λύσης θα κριθούν για δεκαετίες η μορφή της πόλης, η ποιότητα ζωής και η υγεία των κατοίκων. 

Η λύση του δημοψηφίσματος έχει προταθεί ήδη από πολλές συλλογικότητες της πόλης, εντός κι εκτός του Δημοτικού Συμβουλίου της Θεσσαλονίκης, ενώ αντίστοιχη απόφαση έχει πάρει ήδη το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Νεάπολης – Συκεών. Αν η διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης αρνηθούν αυτό το ενδεχόμενο του δημοψηφίσματος, η μόνη λύση που απομένει είναι η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος κατόπιν αιτήματος του 10% των δημοτών/ισσών, όπως προβλέπει ο νόμος.

Με βάση τα παραπάνω, οι φορείς που υπογράφουμε την παρούσα ανακοίνωση, συλλογικότητες ή δίκτυα της κοινωνίας των πολιτών, δημοτικές παρατάξεις, συλλόγοι, σωματεία, συγκροτούμε μια ευρεία Οργανωτική Επιτροπή Δημοψηφίσματος, η οποία θα αναλάβει τη συγκρότηση και τον συντονισμό της πρωτοβουλίας των πολιτών που θα καταθέσουν τη σχετική πρόταση στο Δήμο Θεσσαλονίκης, δηλαδή τη συλλογή υπογραφών και τις ανάλογες δράσεις ενημέρωσης που θα χρειαστούν για αυτή την πρωτοβουλία. 

Το ερώτημα που θα προταθεί είναι το εξής:

“Συμφωνείτε το εκθεσιακό κέντρο της ΔΕΘ να μετατραπεί με αποκλειστικά δημόσια χρηματοδότηση σε Μητροπολιτικό Πάρκο υψηλού πρασίνου, πολιτισμού και άθλησης, χωρίς νέες κατασκευές, και ταυτόχρονα (α) να διατηρηθούν μόνο τα περίπτερα με θεσμικά αποδεδειγμένη ιστορική αξία και μνήμη, ώστε να αποκατασταθούν και να φιλοξενούν ήπιες εκθεσιακές και πολιτιστικές δραστηριότητες, και (β) οι μεγάλες εκθέσεις να μεταφερθούν σε νέες εγκαταστάσεις σε δημόσια έκταση στη Σίνδο;”

Πιστεύουμε ολόψυχα ότι τα μεγάλα “Ναι στο δημοψήφισμα” και “Ναι στο Μητροπολιτικό Πάρκο” που θα ακουστούν μέσα από αυτήν μας την πρωτοβουλία, θα δώσουν στην πόλη και τους κατοίκους της την ανάσα που τόσο χρειάζονται.